Πηγή: http://xryshaygh.wordpress.com/
Πολλοί ήταν αυτοί που το επιχείρησαν πριν τους «πεφωτισμένους προοδευτικούς» καθηγητάδες» της… Ιστορίας, που θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι οι σημερινοί Έλληνες δεν έχουν καμμία σχέση με τους Αρχαίους. Πριν από τον Λιάκο, την Ρεπούση, την Κουλούρη κλπ., υπήρχε ο Φλαμεράιερ και αρκετοί άλλοι… Ανάμεσα στα επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν ήταν ότι και η Τσακώνικη διάλεκτος όπως και το όνομα Τσάκωνες είναι… σλαβικές(!) και αποδεικνύουν την φυλετική ταυτότητα των σημερινών Ελλήνων. Ο πρωτοπόρος φιλόλογος Villoison αναγνώρισε την καταγωγή από την Λακωνική της Τσακωνικής διαλέκτου στον πρόλογο της εκδοθείσης από αυτόν Ιλιάδος το… 1788! Στο ίδιο συμπέρασμα έφθασε και ο Ντεβίλ, που δημοσίευσε το 1866 στο Παρίσι την Γραμματική της Τσακωνικής διαλέκτου, καθώς και ο Γερμανός γλωσσολόγος Θαμπ το 1904. Επίσης, ο δικός μας πατέρας της Ελληνικής γλωσσολογίας Γ. Χατζηδάκης κατέληξε εις τα αυτά συμπεράσματα. Τα Τσακώνικα (πολλά κοινά σημεία έχουν τα Τσακώνικα με τα Μανιάτικα) είναι επιβίωση της αρχαίας Λακωνικής και είναι το γλωσσικό εκείνο ιδίωμα, από αυτά που κρατούν από τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους, το οποίο έμεινε ζωντανό- δηλαδή ομιλούμενο- στον Ελλαδικό χώρο.
(Εκτός του Ελλαδικού χώρου παρόμοιους δεσμούς έχουν η Ποντιακή, η Καππαδοκική και τα Ελληνικά της Νότιας Ιταλίας). Η σπανιότητα οφείλεται στο γεγονός ότι από τον 3ο αιώνα π.Χ. και εντεύθεν, όπως είναι γνωστό, επικράτησε στον ελληνικό κόσμο η Αλεξανδρινή ή Ελληνιστική Κοινή, που προήλθε από την Αττική διάλεκτο. Διάδοχός της ήταν η Μεσαιωνική ελληνική (6ος -18ος αι.) που εξελίχθηκε στη σημερινή Νέα Ελληνική. Έτσι, τα τσακώνικα θεωρούνται παραφθορά και εξέλιξη της αρχαίας Λακωνικής, αναμεμιγμένη με όλες τις επιρροές της ελληνικής γλώσσας κατά την εξέλιξή της μέχρι σήμερα. Ομιλείται στις περιοχές της Κυνουρίας όπου υπάρχει τσακώνικος πληθυσμός. Από τα υπάρχοντα στοιχεία φαίνεται ότι τα τσακώνικα μιλήθηκαν κατά το παρελθόν και εκτός των ορίων της σημερινής Τσακωνιάς, όπως, για παράδειγμα, στη γειτονική περιοχή της Λακωνίας, αλλά και στις τσακώνικες αποικίες. Η τελευταία εκτίμηση στηρίζεται στην πρόσφατη -σχετικά- αποκάλυψη ότι στα χωριά Βάτικα και Χαβουτσί, των ανατολικών παραλίων της θάλασσας του Μαρμαρά, όπου ήταν συγκεντρωμένοι Τσάκωνες, μέχρι του έτους 1924 τουλάχιστον ήταν σε χρήση τα τσακώνικα. Σήμερα, βέβαια, η χρήση αυτού του ιδιώματος έχει υποχωρήσει αισθητά. Υπολογίζεται ότι το μιλούν (από μέτρια έως καλά) έως και 2.000 κάτοικοι της Τσακωνιάς, που οι περισσότεροι είναι υπερήλικες. Αξίζει να σημειωθεί πως μέχρι το 1997 τα τσακώνικα διδάσκονταν στο Γυμνάσιο του Τυρού από ντόπιους καθηγητές. Τα κυριότερα γλωσσικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η Τσακωνική έχει στενούς δεσμούς με την Αρχαία Λακωνική είναι:
α. Διατήρηση του δωρικού α εκεί που η Ιωνική είχε η (μάτηρ- μήτηρ).
β. Τροπή του σ σε δασεία, μεταξύ φωνηέντων, και αποκοπή του έπειτα.
γ. Τροπή του θ σε σ.
δ. Τροπή του τελικού ς σε ρ (ρωτακισμός) όταν ακολουθεί φωνήεν.
ε. Διπλή προφορά του υ σαν ου και ιου, ανάλογα με το ποιο σύμφωνο υπάρχει πριν το υ (κύων-κούε, λύκος-λιούκο).
ζ. Αποβολή του τελικού ς (τοίχο-τοίχος).
Ας σταθούμε ενδεικτικά σε δύο περιπτώσεις. Οι νέοι, και όχι μόνο, όταν προσφωνούσαν πρόσωπα που ενέπνεαν το σεβασμό, τους γονείς, τους συγγενείς, τους πρεσβύτερους, χρησιμοποιούσαν το πρόθεμα «λο», π.χ. έρχομαι λο πατέρα, ή τι κάνεις λο θείε; ή που είσαι λο; (χωρίς πρόθεμα). Κατά τον Λάζαρο Χαρακάκο, είναι το αρχαίο υπερθετικό του αγαθός, λώον, λώστος, το οποίο παρεφθάρει σε λο. Ήταν σε χρήση λοιπόν για να δείξει το σεβασμό προς τα άξια σεβασμού πρόσωπα. Η προσφώνηση «λο» χρησιμοποιείται και στην Μάνη και κυρίως στα χωριά της περιοχής του Γυθείου.
Η δεύτερη φράση που συναντάται στην καθομιλουμένη γλώσσα είναι το «έγινε άρατος». Χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως κάποιος έγινε καπνός. Αλλά ας εμβαθύνουμε λίγο περισσότερο. Αν ρωτήσεις τους μεγαλύτερους σου απαντούν με την παραπάνω εξήγηση, χωρίς να ξέρουν ότι το άρατος είναι ο Άρατος, αρχιστράτηγος της Αχαϊκής Συμπολιτείας, όπου σε μάχες που δόθηκαν, με τους Σπαρτιάτες, αυτός και τα στρατεύματά του τρέπονταν σε φυγή, εξ ου και το έγινε άρατος. Όλα αυτά τα γεγονότα λάμβαναν χώρα το 262-222 π.Χ. Φανταζόμαστε τι εντύπωση θα είχε προκαλέσει τότε που διατηρήθηκε απ’ τους γηγενείς κατοίκους. Η ίδια φράση «έγινε άρατος» χρησιμοποιείται και στην Μάνη και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου.
Η τσακώνικη διάλεκτος θεωρείται από τις αρχαιότερες στον κόσμο. Η αρχαιότητα και η καταγωγή της διαλέκτου αποδείχθηκε και από τον μεγάλο Γερμανό φιλόλογο Μιχαήλ Δέφνερ ( Ντονάουβερτ 1848 – Αθήνα 1934), που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1871 και έλαβε την ελληνική υπηκοότητα. Το επιστημονικό του έργο αναφέρεται κυρίως στη μελέτη της Τσακωνικής διαλέκτου, της οποίας απέδειξε την αρχαιότητα και την καταγωγή από την αρχαία λακωνική διάλεκτο. Δημοσίευσε την “Τσακώνικη Γραμματική” (Α’ μέρος, Βερολίνο 1881. Το Β’ μέρος δεν δημοσιεύθηκε ποτέ), πολλά άρθρα λαογραφικού και γλωσσολογικού περιεχομένου σχετικά με τους Τσάκωνες και την Τσακωνική και τέλος το “Λεξικό της Τσακώνικης Διαλέκτου” (Αθήνα 1923). Το “Λεξικό της Τραπεζουντιακής Διαλέκτου” που συνέταξε παραμένει ανέκδοτο.
Στην απογραφή του 1907 τα τσακωνικά δηλώθηκαν σαν κύρια γλώσσα από 823 άτομα. Σύμφωνα με πιο πρόσφατες αναφορές (1981 J. Werner) η Τσακωνική μιλιόταν το 1981 από 300 περίπου άτομα. Υπάρχουν ακόμα αναφορές για 2.000 υπερήλικους ομιλητές. Σήμερα η γλώσσα είναι υπό εξαφάνιση σύμφωνα με τον κατάλογο εξαφανιζόμενων γλωσσών της UNESCO. Ο χώρος που ενποπίζεται σήμερα η γλώσσα είναι κάποια χωριά στην Τσακωνιά στις πλαγιές του Πάρνωνα στην επαρχία Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας. Τα χωριά αυτά είναι ο Τυρός, τα Σαπουνακαίϊκα, τα Μέλανα, ο Άγιος Ανδρέας, η Πραματευτή, η Βασκίνα, το Λιβάδι, η Σαμπατική, ο Πραστός, η Σίταινα και η Καστάνιτσα.
Στο παρελθόν τα τσακώνικα ομιλούνταν και σε γειτονικές περιοχές της Λακωνίας, αλλά και σε τσακώνικες αποικίες στη θάλασσα του Μαρμαρά.
α. Διατήρηση του δωρικού α εκεί που η Ιωνική είχε η (μάτηρ- μήτηρ).
β. Τροπή του σ σε δασεία, μεταξύ φωνηέντων, και αποκοπή του έπειτα.
γ. Τροπή του θ σε σ.
δ. Τροπή του τελικού ς σε ρ (ρωτακισμός) όταν ακολουθεί φωνήεν.
ε. Διπλή προφορά του υ σαν ου και ιου, ανάλογα με το ποιο σύμφωνο υπάρχει πριν το υ (κύων-κούε, λύκος-λιούκο).
ζ. Αποβολή του τελικού ς (τοίχο-τοίχος).
Ας σταθούμε ενδεικτικά σε δύο περιπτώσεις. Οι νέοι, και όχι μόνο, όταν προσφωνούσαν πρόσωπα που ενέπνεαν το σεβασμό, τους γονείς, τους συγγενείς, τους πρεσβύτερους, χρησιμοποιούσαν το πρόθεμα «λο», π.χ. έρχομαι λο πατέρα, ή τι κάνεις λο θείε; ή που είσαι λο; (χωρίς πρόθεμα). Κατά τον Λάζαρο Χαρακάκο, είναι το αρχαίο υπερθετικό του αγαθός, λώον, λώστος, το οποίο παρεφθάρει σε λο. Ήταν σε χρήση λοιπόν για να δείξει το σεβασμό προς τα άξια σεβασμού πρόσωπα. Η προσφώνηση «λο» χρησιμοποιείται και στην Μάνη και κυρίως στα χωριά της περιοχής του Γυθείου.Η δεύτερη φράση που συναντάται στην καθομιλουμένη γλώσσα είναι το «έγινε άρατος». Χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως κάποιος έγινε καπνός. Αλλά ας εμβαθύνουμε λίγο περισσότερο. Αν ρωτήσεις τους μεγαλύτερους σου απαντούν με την παραπάνω εξήγηση, χωρίς να ξέρουν ότι το άρατος είναι ο Άρατος, αρχιστράτηγος της Αχαϊκής Συμπολιτείας, όπου σε μάχες που δόθηκαν, με τους Σπαρτιάτες, αυτός και τα στρατεύματά του τρέπονταν σε φυγή, εξ ου και το έγινε άρατος. Όλα αυτά τα γεγονότα λάμβαναν χώρα το 262-222 π.Χ. Φανταζόμαστε τι εντύπωση θα είχε προκαλέσει τότε που διατηρήθηκε απ’ τους γηγενείς κατοίκους. Η ίδια φράση «έγινε άρατος» χρησιμοποιείται και στην Μάνη και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου.
Η τσακώνικη διάλεκτος θεωρείται από τις αρχαιότερες στον κόσμο. Η αρχαιότητα και η καταγωγή της διαλέκτου αποδείχθηκε και από τον μεγάλο Γερμανό φιλόλογο Μιχαήλ Δέφνερ ( Ντονάουβερτ 1848 – Αθήνα 1934), που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1871 και έλαβε την ελληνική υπηκοότητα. Το επιστημονικό του έργο αναφέρεται κυρίως στη μελέτη της Τσακωνικής διαλέκτου, της οποίας απέδειξε την αρχαιότητα και την καταγωγή από την αρχαία λακωνική διάλεκτο. Δημοσίευσε την “Τσακώνικη Γραμματική” (Α’ μέρος, Βερολίνο 1881. Το Β’ μέρος δεν δημοσιεύθηκε ποτέ), πολλά άρθρα λαογραφικού και γλωσσολογικού περιεχομένου σχετικά με τους Τσάκωνες και την Τσακωνική και τέλος το “Λεξικό της Τσακώνικης Διαλέκτου” (Αθήνα 1923). Το “Λεξικό της Τραπεζουντιακής Διαλέκτου” που συνέταξε παραμένει ανέκδοτο.
Στην απογραφή του 1907 τα τσακωνικά δηλώθηκαν σαν κύρια γλώσσα από 823 άτομα. Σύμφωνα με πιο πρόσφατες αναφορές (1981 J. Werner) η Τσακωνική μιλιόταν το 1981 από 300 περίπου άτομα. Υπάρχουν ακόμα αναφορές για 2.000 υπερήλικους ομιλητές. Σήμερα η γλώσσα είναι υπό εξαφάνιση σύμφωνα με τον κατάλογο εξαφανιζόμενων γλωσσών της UNESCO. Ο χώρος που ενποπίζεται σήμερα η γλώσσα είναι κάποια χωριά στην Τσακωνιά στις πλαγιές του Πάρνωνα στην επαρχία Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας. Τα χωριά αυτά είναι ο Τυρός, τα Σαπουνακαίϊκα, τα Μέλανα, ο Άγιος Ανδρέας, η Πραματευτή, η Βασκίνα, το Λιβάδι, η Σαμπατική, ο Πραστός, η Σίταινα και η Καστάνιτσα.
Στο παρελθόν τα τσακώνικα ομιλούνταν και σε γειτονικές περιοχές της Λακωνίας, αλλά και σε τσακώνικες αποικίες στη θάλασσα του Μαρμαρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου