
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
Ο Δήμος Βόρειας Κυνουρίας παρέθεσε γεύμα, στους επίσημους προσκεκλημένους, στο Μοναστήρι της Παλαιοπαναγιάς Κυνουρίας, πλησίον του Άστρους, το οποίο Μοναστήρι έχει ριζικά ανακαινιστή και ομοιάζει με έναν επίγειο Παράδεισο .
Παρακολουθήσαμε πριν από λίγες μέρες το δράμα του Γολγοθά. Συμπορευτήκαμε και πάλι στη μαρτυρική πορεία προς τον Σταυρό. Είδαμε κρεμασμένη την Αγάπη στο φονικό ξύλο και βαδίσαμε προς τον Τάφο με τον Ιωσήφ και το Νικόδημο. Θάψαμε τις ελπίδες μας και τα όνειρά μας. Αλλά ξαφνικά, στην άπνοια της νύχτας, ακούσαμε το νικητήριο σάλπισμα: "Χριστός ανέστη". Αναγάλλιασε η καρδιά μας κι αναστήθηκαν τα όνειρά μας. Μια νέα ανάσταση, δική μας. Αυτή που ποθεί κάθε χριστιανική ψυχή. Ζούμε αυτή την εβδομάδα και χαιρόμαστε την αναστάσιμη ατμόσφαιρα ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και Έλληνες, σε μία χώρα πλημμυρισμένη από φως. "Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια", αναφωνεί ο υμνογράφος.
Ένας Σταυρός και μία Ανάσταση είναι και η ζωή του Έθνους μας πάνω στης πολυκύμαντης Ιστορίας το πέλαγος. Ανέβηκε στον Γολγοθά του το 1453 για να "κυλίσει τον λίθο του μνήματος" το 1821. Αυτά τα γεγονότα, με την ευκαιρία και του φωτεινού εορτασμού της Επετείου της Δευτέρας Εθνοσυνελεύσεως στο Άστρος, με τη συμπλήρωση 188 χρόνων από τη σύγκλησή της, μας καλούν σ' ένα προσκύνημα στο παρελθόν. Σε μια μυστική συμπόρευση με τη βοήθεια της ιστορικής μνήμης, στον δρόμο του μαρτυρίου και της ανάστασης του Έθνους. Αποτελεί αυτό χρέος κάθε ελληνικής ψυχής και ευγνωμοσύνης οφειλή. Πικρή είναι η θύμηση της τελευταίας Λειτουργίας στην Αγία - Σοφιά και της θυσίας, στην Πύλη του Ρωμανού, του τελευταίου Βυζαντινού Αυτοκράτορα. Πικρότερη η ανάμνηση των θρήνων και των οδυρμών, που, πένθιμη ιαχή, σκόρπισε την εαρινή αυγή του 1453 στην Αυτοκρατορία το μαϊστράλι της Προποντίδας. Τι φοβερή αντίθεση! Η φύση ανθοστολισμένη τραγούδαγε την ομορφιά της και η ψυχή μαυροφορεμένη θρηνούσε τη σκλαβιά της. Βλάστηση, αναγέννηση, ζωή, η μία. Μαρασμός, αφανισμός, μνήματα, η άλλη. Τραγικές αντινομίες! Πότε θα λήψη από τον κόσμο αυτό;
Αλλά η ψυχή δεν χάνεται, όταν δεν χαθεί η Ελλάδα. Αυτή, όμορφη βάρκα στο τρικυμισμένο πέλαγος της δουλείας, αρμένιζε καρτερικά επί τέσσερους αιώνες στα λιμάνια και τις ακρογιαλιές της Ελληνικής γης, φέρνοντας πάνω της την ψυχή της φυλής, τους οραματισμούς και τα ιδανικά της.
Κι έγινε μυστικό σάλπισμα, πανελλήνιο προσκλητήριο, για μια ανάσταση, μια επανάσταση. Γιατί η Ελληνική Επανάσταση που κηρύχτηκε το 1821, είχε αρχίσει από την ημέρα της άλωσης και επί αιώνες, ακήρυχτος πόλεμος, έμενε στα πεδία και τις επάλξεις της ελληνικής ιδέας.
Ει και εάλω η πόλις και εδουλώθη, το γένος μηδαμώς εξερριζώθη", έγραψε ο Γεώργιος Σχολάριος, πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση. Οι διδάσκαλοι του γένους, η Εκκλησία, που από τον ιστορικό Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο χαρακτηρίζεται ως Ελληνοσώτειρα και Εθνοσώτειρα, οι Έλληνες λόγιοι και η πίστη της Ελληνικής φυλής στις αιώνιες αξίες της ζωής, ήσαν οι δυνάμεις που κράτησαν την ψυχή του ραγιά "στητή κι ολόρθη" στα μαύρα χρόνια μιας μακράς και ασέληνης νύχτας. Αλλά ήρθε μια μέρα "της νύχτας το ξημέρωμα" και τα ευγενικά αθλήματα της φυλής που η Ιστορία τα ονομάζει θυσίες, νίκες, ηρωισμούς, δόξες, έφεραν το πρώτο μικρό κι αδύναμο κρατίδιο, "ένα παράλλαμα, ένα βασίλειο" όπως το χαρακτηρίζει ο ποιητής, έπειτα από οκταετή, σκληρού υπέρ των όλων αγώνα.
Στην πορεία αυτού του αγώνα για το ποθούμενο αποτέλεσμα μεγάλη είναι η συμβολή της Β' Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων, που 'γινε σ' αυτόν το χώρο που βρισκόμαστε σήμερα, από τις 30 Μαρτίου μέχρι τις 18 Απριλίου 1823, τρίτου έτους της Ελληνικής Επανάστασης.
Σ' αυτόν λοιπόν τον χώρο, που από τότε καθιερώθηκε να λέγεται "Ιερός", χτύπησε η καρδιά της επαναστατημένης Ελλάδας, σε καιρούς δύσκολους για το Έθνος. Γιατί ήδη ήσαν εμφανή τα πρώτα σημάδια της διχόνοιας, που, "κρατώντας ένα σκήπτρο η δολερή, καθενός χαμογελούσε πάρτο λέγοντας και συ". Κι ήταν όχι μόνο υπαρκτός, αλλά και άμεσος ο κίνδυνος τότε να επαληθευθεί για άλλη μια φορά ο λόγος του Άγγλου ιστορικού Καρλάιλ που υποστηρίζει ότι ολόκληρος ο κόσμος θα ήταν Ελλάδα, αν οι Έλληνες με τα ίδια τους τα χέρια δεν γκρέμιζαν σε μια στιγμή εκείνο που για πολλά χρόνια αγωνίζονταν να χτίσουν με θυσίες. Τετρακόσια χρόνια πάλευε η Ελληνική ψυχή για την λευτεριά κι όταν άρχισε να γλυκοχαράζει, τα μαύρα σύννεφα του εθνικού διχασμού σκέπαζαν τον ορίζοντα.
Είναι γνωστό ότι οι διαφωνίες μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών, των δυνάμεων που κατηύθυναν τον αγώνα, είχαν οξυνθεί στο τρίτο έτος της Επανάστασης και το προσωρινό πολίτευμα της Επιδαύρου, που είχε ψηφιστεί πριν από δεκαέξι μήνες, είχε ατονήσει. Τη νέα Συνέλευση την ήθελαν και οι δύο πλευρές. Οι στρατιωτικοί, γιατί περίμεναν να δικαιωθούν για τους αγώνες τους και να διασφαλιστούν από τις επιβουλές των πολιτικών, εξασφαλίζοντας συμμετοχή στη διοίκηση, και οι πολιτικοί, που ήθελαν να καθαρίσει το τοπίο αναφορικά με τα συνταγματικά δικαιώματα κάθε παράταξης, διεκδικώντας πάντοτε την αποκλειστική δικαιοδοσία στη διαχείριση των εθνικών πραγμάτων. Και ακόμη, οι ανάγκες του απελευθερωτικού αγώνα για την "ανάκρισιν των καθεστώτων νόμων" του πολιτεύματος της Επιδαύρου, δηλαδή την τροποποίηση, συμπλήρωση και διόρθωση πολλών σφαλμάτων είχαν γίνει επιτακτικές. Κοινό, λοιπόν, ήταν το αίτημα της σύγκλησης νέας Εθνικής Συνέλευσης και δια "κοινής γνώμης" αποφασίστηκε. Διαφωνία μόνο υπήρχε ως προς τον τόπο. Οι στρατιωτικοί ήθελαν να γίνει η Εθνοσυνέλευση στο Ναύπλιο, όπως είχε αποφασίσει η προσωρινή διοίκηση και γιατί ο Κολοκοτρώνης, που ήταν αρχηγός της, κρατούσε τα φρούρια αυτής της πόλης. Οι πολιτικοί όρισαν το Άστρος και μάλιστα το χώρο αυτό του αγροκηπίου που δέσποζε η παρακείμενη σχολή Καρυτσιώτου, που λειτουργούσε από το 1805 σαν σχολείο του γένους, ένα τόπο πανέμορφο, όπως μένει στις μνήμες των παλαιότερων κατοίκων αυτής της περιοχής. Είχαν ισχυρά επιχειρήματα:
Η Επαρχία δεν μετείχε στις διενέξεις των δύο παρατάξεων και, το σπουδαιότερο, παρείχε ασφάλεια η ευρύτερη περιοχή από εχθρική προσβολή. Έγινε ανταλλαγή επιστολών και μετά τη συμφωνία που επήλθε, ο Κολοκοτρώνης με τους στρατιωτικούς ήρθαν στις 30 Μαρτίου και εγκαταστάθηκαν στα Μελιγιώτικα Καλύβια, τη σημερινή Μελιγού, σε απόσταση βολής από τα Αγιαννίτικα, όπως ονομάζετο τότε το Άστρος, όπου από τις 28 Φεβρουαρίου, σ' αυτόν εδώ το χώρο είχαν καταλύσει οι πολιτικοί. Στη Συνέλευση έλαβαν μέρος συνολικά 266 αντιπρόσωποι απ' όλα τα διαμερίσματα της χώρας. Οι 23 ήταν κληρικοί, 197 πολιτικοί και 46 στρατιωτικοί. Τον Κολοκοτρώνη ακολουθούσαν 40 πληρεξούσιοι και 800 στρατιωτικοί, και τους πολιτικούς με επί κεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη 226 κληρικοί, πληρεξούσιοι και πολιτικοί. Υπήρχε στο Άστρος και στρατιωτική φρουρά 6.000 ανδρών για την προστασία των πολιτικών σε ενδεχόμενη σύγκρουση με τους στρατιωτικούς της Μελιγούς.
Στις 29 Μαρτίου, στην πρώτη συνεδρίαση, έγινε η εκλογή του Προεδρείου σε σχετικά ήρεμο κλίμα. Η πλειοψηφία των μελών του ανήκε στους πολιτικούς. Πρόεδρος, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, που είχε τελευταία προσχωρήσει στους πολιτικούς και είχε θέσει στη διάθεσή τους και τη στρατιωτική του δύναμη, Αντιπρόεδρος ο Επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος και Αρχιγραμματέας ο Θεόδωρος Νέγρης, φιλικός από το 1818. Φρούραρχος ο Γεώργιος Γιατράκος. Οι σπουδαιότεροι από τους στρατιωτικούς (αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά ονόματα) ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης που ξεχώριζε για την επιβλητικότητα και τη χαριτολόγο διάθεση, ο Δημήτριος Υψηλάντης, Αναγνωσταράς, Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Νικήτας Σταματελόπουλος, ο γνωστός Νικηταράς, ο στρατηγός της Επαρχίας Πάνος Ζαφειρόπουλος, και άλλοι.
Από τους κληρικούς, ο Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας, ο Επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος, Αντιπρόεδρος όπως είπαμε της Συνέλευσης, ο Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος, ο Ταλαντίου Νεόφυτος και άλλοι.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως
( Αρχείο Περιοδικού Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας κ΄ Κυνουρίας << ΑΛΙΕΥΣ >> )