Η αξιοποίηση των σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων γραμμής Πελοποννήσου είναι το θέμα επιστολής που έστειλε ο Σύλλογος φίλων σιδηροδρομου Πλεοποννήσου προς τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ΓΑΙΑΟΣΕ κ. Νικόλαο Ιωαννίδη, το Βουλευτή Αρκαδίας κ. Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο, τον Αντιπεριφερειάρχη Αρκαδίας κ. Βαγγέλη Γιαννακούρα, το Δήμαρχο Τρίπολης κ. Γιάννη Σμυρνιώτη, το Δήμαρχο Μεγαλόπολης κ. Παναγιώτη Μπούρα και τον Πρόεδρο Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Αρκαδίας κ. Γιάννη Μπουντρούκα.
Η ίδια επιστολή κοινοποιείται προς τον Υπουργό Υποδομών – Μεταφορών και Δικτύων κ. Δημ. Ρέππα, τον Υφυπουργό Περιβάλλοντος κ. Γιάννη Μανιάτη και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ΟΣΕ κ. Παν. Θεοφανόπουλο.
Πιο συγκεκριμένα, αναφέρεται: «Με αφορμή τη συζήτηση για την αξιοποίηση των κτηρίων και εν γένει της ακίνητης δημόσιας περιουσίας του ΟΣΕ στην Αρκαδία θέλουμε να επισημάνουμε τα εξής:
Τα τελευταία χρόνια ο Σύλλογος Φίλων Σιδηροδρόμου Αρκαδίας έχει παρέμβει προς τον ΟΣΕ, προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και το υπουργείο Πολιτισμού για τη διάσωση, τη μέριμνα αλλά και την πολύπλευρη αξιοποίηση των σιδηροδρομικών κτηρίων και των άλλων ανενεργών εγκαταστάσεων και του τροχαίου υλικού της γραμμής της Πελοποννήσου. Έχουμε επισημάνει, για παράδειγμα, την εγκληματική αδιαφορία που επιδείχτηκε εδώ και κάμποσες δεκαετίες σε έναν εν δυνάμει ιδιαίτερα αξιοποιήσιμο μουσειακά και τουριστικά χώρο του σταθμού των Μύλων Αργολίδας. Εκεί εγκαταλείφτηκαν και καταστράφηκαν κι όλες οι παροπλισμένες ατμομηχανές έλξης (7-8 τον αριθμό) (ανεκτίμητης πλέον αξίας), ακόμα κι αυτές που βρίσκονταν αρχικά προστατευμένες σε κλειστό εσωτερικό χώρο αφού αφέθηκαν τελικά στο έλεος των βανδάλων και των αδυσώπητων εξωτερικών συνθηκών γιατί ακόμα και η στέγη τού εκεί μηχανοστασίου αφέθηκε να καταρρεύσει!
Εμείς θεωρούμε ότι το μεγάλο τεχνικό, συγκοινωνιακό, αλλά και αρχιτεκτονικό κληροδότημα της «μετρικής» σιδηροδρομικής γραμμής της Πελοποννήσου που ολοκληρώθηκε την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα όταν και τότε σε πολύ δύσκολες συνθήκες η χρεοκοπημένη Ελλάδα επιχειρούσε τον εκσυγχρονισμό της, πρέπει να αντιμετωπιστεί με ιδιαίτερο σεβασμό, ειδικά σήμερα που έχουν τεθεί επί τάπητος τέτοια σοβαρά ζητήματα.
Θα ήταν όμως εγκληματικό, υπό την πίεση των σημερινών δραματικών δημοσιονομικών καταστάσεων, να προσχωρήσουμε σε βιαστικές αντιλήψεις εμπορευματικής αξιοποίησης ανενεργών σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων χωρίς να συνυπολογίσουμε ότι πρέπει να διασφαλιστεί το αρχιτεκτονικό ύφος, η εν γένει περιβαλλοντική αρμονία και κυρίως ότι δεν πρέπει να υποθηκεύεται η προοπτική της επαναλειτουργίας της γραμμής.
Η «μετρική» γραμμή της Πελοποννήσου δεν είναι μια άχρηστη και μη αξιοποιήσιμη γραμμή όπως κάποιοι νομίζουν ή το θέλουν πιθανόν κάποια οργανωμένα συμφέροντα. Για την ανακατασκευή της επενδύθηκαν άλλωστε χρήματα από εθνικά αλλά και ευρωπαϊκά προγράμματα. Υπό προϋποθέσεις σωστής λειτουργίας κι εκμετάλλευσης και με τεχνικές παρεμβάσεις χαμηλής κλίμακας οι εναλλακτικές δυνατότητές της είναι απόλυτα εφικτές. Με σύγχρονα ειδικά τραίνα κατάλληλα για τα χαρακτηριστικά της χάραξής της μπορεί να αναδείξει ακόμα και ικανοποιητικούς συγκριτικά χρόνους διαδρομής. Η διαρκής εξέλιξη άλλωστε της σιδηροδρομικής τεχνολογίας δημιουργεί νέες δυνατότητες τόσο για εμπορευματικές μεταφορές και συμπληρωματική περιφερειακή επιβατική συγκοινωνία αλλά και για προαστιακή σύνδεση αφού ενώνει πολλούς οικισμούς της ενδοχώρας της Πελοποννήσου με τις πόλεις της και με λιμάνια. Ενισχυμένες δυνατότητες μπορεί να τις προσδώσει ακόμα η δυνητική σύνδεσή της με βιομηχανικές περιοχές και με το διαμετακομιστικό κέντρο του Θριασίου μέσω της παλιάς «μετρικής» γραμμής Κορίνθου-Αθηνών. Μελλοντικά θα μπορούσε ακόμα να συνδεθεί με ελαφρύ σιδηρόδρομο (τραμ) στα κέντρα πεζοδρομημένων πόλεων. Επί πλέον η αναγνωρισμένη τουριστική αξία της γραμμής έγκειται και στον ιδιαίτερο χαρακτήρα που τις προσδίδει η διαδρομή της μέσα από τα χαρακτηριστικά των κτηρίων των σταθμών, των υδατόπυργων, των γεφυρών, των σηράγγων σε συνδυασμό με τα φυσικά τοπία και τους οικισμούς που διέρχεται. Στην Ευρώπη λειτουργούν ανάλογες γραμμές με ιδιαίτερη επιτυχία.
Και βέβαια λοιπόν η γραμμή και οι εγκαταστάσεις της μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν πολύπλευρα σαν σύνολο. Όποια όμως αξιοποίηση σχετίζεται με τις σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις πρέπει να συνάδει και να διασφαλίζει τα αρχιτεκτονικά, περιβαλλοντικά αλλά και τα λειτουργικά χαρακτηριστικά τους. Να έχει ήπιο και «πράσινο» χαρακτήρα. Δραστηριότητες ασύμβατες στην αισθητική και την περιβαλλοντική αρμονία του χώρου είναι απαράδεκτες. Δραστηριότητες που θα αποτελέσουν εμπόδιο στην επαναλειτουργία του τραίνου είναι επίσης απαράδεκτες.
Κάποιες προτάσεις που ήδη έχουν κατατεθεί θα πρέπει λοιπόν να αξιολογηθούν κάτω από αυτό το πρίσμα. Αν, κοντόθωρα, κατισχύσουν βιαστικά κριτήρια επιπόλαιης και «βάρβαρης» εμπορικής «αξιοποίησης», για να μπαλωθούν βραχυπρόθεσμα δημοσιονομικές τρύπες ή για να ικανοποιηθούν άλλα συμφέροντα, θα αποβούν επιζήμια για τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των πόλεων αλλά και για την ίδια τη χώρα μας στο βαθμό που παραιτείται από ορθολογικούς κανόνες χωροταξίας και από πολιτιστικούς αλλά και άλλους πολύτιμους συγκοινωνιακούς της πόρους.
Αποτελεί ευθύνη όχι μόνο της κυβέρνησης και της ΓΑΙΑΟΣΕ αλλά και των τοπικών φορέων (Περιφέρειας, Δήμων, Επιμελητηρίων κτλ.) να κινηθούν με τέτοια λογική. Γιατί ο σιδηρόδρομος της Πελοποννήσου υπήρξε μια πύλη ήπιας ανάπτυξης και προόδου για τον τόπο μας. Γιατί αποτελεί μια βαριά παρακαταθήκη πολιτισμού που έχουμε χρέος να προασπίσουμε.
Για το Σύλλογο Φίλων Σιδηροδρόμου Αρκαδίας
Ο Πρόεδρος Κωνσταντίνος Μπρούσαλης
Ο Γενικός Γραμματέας Γιάννης Αθανασούλης»