Ο Δήμος Νότιας Κυνουρίας προτίθεται, προκειμένου να επιλύσει το πρόβλημα της επεξεργασίας των αστικών υγρών αποβλήτων του Τυρού, κατά την θερινή τουριστική περίοδο, να αξιοποιήσει μελέτη η οποία εκπονήθηκε από τον πρώην Δήμο Τυρού, για την κατασκευή μονάδας επεξεργασίας βοθρολυμάτων με μέθοδο υγροβιότοπων.
Για το λόγο αυτό, ο Δήμαρχος Νότιας Κυνουρίας Γιάννης Μαρνέρης πήρε την πρωτοβουλία και έστειλε ένα έγγραφο προς το Υπουργείο Περιβάλλοντος, ζητώντας ...
τη διατύπωση άποψης από τις αρμόδιες υπηρεσίες του εν λόγω Υπουργείου, σχετικά με την λειτουργία μονάδας επεξεργασίας βορθολυμάτων Τυρού.Σύμφωνα με τον Δήμαρχο, η μελέτη αυτή έχει λάβει όλες τις προβλεπόμενες αδειοδοτήσεις (έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων και έγκριση αποδέκτη των επεξεργασμένων λυμάτων).
Ο Δήμος προτίθεται να ζητήσει την χρηματοδότηση του έργου από τα προγράμματα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου. Κατά τις προφορικές συνεννοήσεις που έγιναν με την αρμόδια υπηρεσία προέκυψαν αμφισβητήσεις για το αν μια μονάδα που δεν διαθέτει αποχετευτικό δίκτυο και επεξεργάζεται βοθρολύματα τα οποία μεταφέρονται με βυτιοφόρα οχήματα μπορεί να είναι λειτουργική.
Για το λόγο αυτό στάλθηκε προς το ΥΠΕΚΑ, μία συνοπτική τεχνική περιγραφή των χαρακτηριστικών της μονάδας καθώς και της αξιολόγησης που έγινε προκειμένου να προκριθεί η συγκεκριμένη λύση και παρακαλούμε όπως έχομε την άποψή σας ως προς την λειτουργικότητα του έργου.
Στην τεχνική περιγραφή, αναφέρεται ότι το έργο επεξεργασίας βοθρολυμάτων έχει σχεδιασθεί προκειμένου να επεξεργάζεται τα βοθρολύματα τριών (3) οικισμών του πρώην Δήμου Τυρού.
Οι αποστάσεις ανάμεσα στους οικισμούς, ο τρόπος ανάπτυξης των οικισμών, οι οποίοι αναπτύσσονται διάσπαρτα με αδόμητες εκτάσεις να μεσολαβούν ανάμεσα στα κτίσματα, η ύπαρξη μεγάλου αριθμού παραθεριστικών κατοικιών διάσπαρτων εκτός οικισμών, και το γεωγραφικό ανάγλυφο της περιοχής, με μεγάλες κλίσεις σε σχεδόν άμεση γειτνίαση με τη θάλασσα, καθιστούν εξ αρχής απορριπτέα την κατασκευή σ’ αυτούς δικτύου αποχέτευσης και τη μεταφορά λυμάτων σε μια κεντρική μονάδα επεξεργασίας.
Και οι τρεις οικισμοί έχουν σημαντική τουριστική δραστηριότητα (συνολικός αριθμός κλινών περί τις 1200 και μεγάλος αριθμός παραθεριστικών κατοικιών διάσπαρτων εκτός οικισμών) και επομένως έχομε μια σημαντική παραγωγή βοθρολυμάτων την θερινή περίοδο, ενώ σε αντίθεση κατά τη μη τουριστική περίοδο η παραγωγή λυμάτων είναι ελάχιστη, λόγω του μειωμένου αριθμού μόνιμων κατοίκων.
Για τον Τυρό έχει εκπονηθεί προ 25 ετών μελέτη αποχέτευσης και βιολογικού καθαρισμού. Με βάση την μελέτη αυτή, την εξέλιξη του οικισμού και την εκτατική μορφή της δόμησης στις εντός οικισμού περιοχές, έχει εκτιμηθεί ότι σε περίπτωση που επιλεγεί η κατασκευή δικτύου αποχέτευσης, τότε αυτό θα έπρεπε να είχε μήκος τουλάχιστον 20 km και θα έπρεπε να κατασκευασθούν τουλάχιστον 6 αντλιοστάσια.
Παράλληλα θα υπήρχε σοβαρό πρόβλημα χωροθέτησης της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων γιατί η περιοχή που είχε επιλεγεί από την παλαιότερη μελέτη δεν είναι πιθανό να μπορούσε να πάρει περιβαλλοντική αδειοδότηση λόγω γειτνίασης με περιοχή ελεγχόμενη από την αρχαιολογία.
Αποτέλεσμα των χωροταξικών χαρακτηριστικών της περιοχής και των εναλλακτικών λύσεων που εξετάσθηκαν ήταν η επιλογή κατασκευής ενός συστήματος φυσικής επεξεργασίας βοθρολυμάτων τα οποία θα μεταφέρονται με βυτιοφόρα οχήματα. Η επιλογή αυτή παρουσιάζει τα ακόλουθα πλεονεκτήματα συγκριτικά με ένα κλασικό σύστημα αποχέτευσης και Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων.
- Για την χωροθέτηση της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων δεν υπήρχαν περιορισμοί λόγω υδραυλικής μελέτης με αποτέλεσμα να επιλεγεί κατάλληλος χώρος ο οποίος αδειοδοτήθηκε χωρίς ενστάσεις.
- Έχει ελάχιστο κόστος λειτουργίας και επομένως δεν κινδυνεύει να διακοπεί η λειτουργία του για οικονομικούς λόγους. Σε αντίθεση με το φυσικό σύστημα, ένα δίκτυο αποχέτευσης με 6 αντλιοστάσια και μια μονάδα βιολογικού καθαρισμού θα έχει ετήσιο κόστος λειτουργίας μεγαλύτερο των 100.000 €, κόστος που σε αρκετές περιπτώσεις αποτελεί την αιτία της διακοπής λειτουργίας του βιολογικού καθαρισμού
- Το φυσικό σύστημα επεξεργασίας βοθρολυμάτων είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να επεξεργασθεί την εκτιμώμενη παροχή αιχμής των βοθρολυμάτων κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Η απόδοση του συγκεκριμένου συστήματος είναι τουλάχιστον ίδια με ένα κλασικό σύστημα βιολογικού καθαρισμού και ως προς το οργανικό φορτίο αλλά και ως προς την επεξεργασία του αζώτου, αφού περιλαμβάνει και διεργασίες απονιτροποίησης.
- Το φυσικό σύστημα επεξεργασίας βοθρολυμάτων έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί αποτελεσματικά ακόμη και με πολύ περιορισμένα φορτία βοθρολυμάτων κατά την χειμερινή περίοδο.
Η Μελέτη του συστήματος αυτού, υποβλήθηκε και αδειοδοτήθηκε από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες, ενώ έχει λάβει και Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων και Έγκριση Αποδέκτη των επεξεργασμένων λυμάτων.
Το επιλεγμένο και αδειοδοτημένο σύστημα φυσικής επεξεργασίας βοθρολυμάτων περιλαμβάνει τα ακόλουθα στάδια :
1. Εσχάρωση
2. Πρωτοβάθμια επεξεργασία σε δεξαμενή τύπου IMHOFF.
3. Βιολογική επεξεργασία σε υγροβιότοπους κάθετης ροής περιοδικής τροφοδοσίας (VFW). Ο τύπος αυτός φυσικού συστήματος θεωρείται διεθνώς ως ο καταλληλότερος για την επεξεργασία βοθρολυμάτων. Στους υγροβιότοπους κάθετης ροής περιοδικής τροφοδοσίας (VFW) οι συνθήκες είναι αερόβιες και επομένως είναι σε θέση να επιτύχουν εκτός από επεξεργασία του οργανικού φορτίου και οξείδωση του αμμωνιακού αζώτου. Επίσης οι υγροβιότοποι VFW είναι κατάλληλοι και για την συγκράτηση των αιωρουμένων.
Το σύστημα υγροβιότοπων περιλαμβάνει 4 υγροβιότοπους VFW που αποτελούν το πρώτο στάδιο επεξεργασίας. Τα επεξεργασμένα λύματα από αυτούς οδηγούνται σε 2 υγροβιότοπους VFW για επεξεργασία σε δεύτερο στάδιο.
Οι υγροβιότοποι έχουν διαστασιολογηθεί έτσι ώστε η οργανική φόρτιση σε συνθήκες αιχμής να μην υπερβαίνει τα 25 gr BOD5/m2*d, τιμή που θεωρείται ασφαλής για την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος.
Μεταξύ της δεξαμενής IMHOFF και των υγροβιότοπων παρεμβάλλεται δεξαμενή απονιτροποίησης. Στην δεξαμενή αυτή ανακυκλοφορούνται επεξεργασμένα λύματα από την έξοδο των υγροβιότοπων με σκοπό την απονιτροποίηση.
4. Απολύμανση με χλωρίωση
Οι αποστάσεις ανάμεσα στους οικισμούς, ο τρόπος ανάπτυξης των οικισμών, οι οποίοι αναπτύσσονται διάσπαρτα με αδόμητες εκτάσεις να μεσολαβούν ανάμεσα στα κτίσματα, η ύπαρξη μεγάλου αριθμού παραθεριστικών κατοικιών διάσπαρτων εκτός οικισμών, και το γεωγραφικό ανάγλυφο της περιοχής, με μεγάλες κλίσεις σε σχεδόν άμεση γειτνίαση με τη θάλασσα, καθιστούν εξ αρχής απορριπτέα την κατασκευή σ’ αυτούς δικτύου αποχέτευσης και τη μεταφορά λυμάτων σε μια κεντρική μονάδα επεξεργασίας.
Και οι τρεις οικισμοί έχουν σημαντική τουριστική δραστηριότητα (συνολικός αριθμός κλινών περί τις 1200 και μεγάλος αριθμός παραθεριστικών κατοικιών διάσπαρτων εκτός οικισμών) και επομένως έχομε μια σημαντική παραγωγή βοθρολυμάτων την θερινή περίοδο, ενώ σε αντίθεση κατά τη μη τουριστική περίοδο η παραγωγή λυμάτων είναι ελάχιστη, λόγω του μειωμένου αριθμού μόνιμων κατοίκων.
Για τον Τυρό έχει εκπονηθεί προ 25 ετών μελέτη αποχέτευσης και βιολογικού καθαρισμού. Με βάση την μελέτη αυτή, την εξέλιξη του οικισμού και την εκτατική μορφή της δόμησης στις εντός οικισμού περιοχές, έχει εκτιμηθεί ότι σε περίπτωση που επιλεγεί η κατασκευή δικτύου αποχέτευσης, τότε αυτό θα έπρεπε να είχε μήκος τουλάχιστον 20 km και θα έπρεπε να κατασκευασθούν τουλάχιστον 6 αντλιοστάσια.
Παράλληλα θα υπήρχε σοβαρό πρόβλημα χωροθέτησης της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων γιατί η περιοχή που είχε επιλεγεί από την παλαιότερη μελέτη δεν είναι πιθανό να μπορούσε να πάρει περιβαλλοντική αδειοδότηση λόγω γειτνίασης με περιοχή ελεγχόμενη από την αρχαιολογία.
Αποτέλεσμα των χωροταξικών χαρακτηριστικών της περιοχής και των εναλλακτικών λύσεων που εξετάσθηκαν ήταν η επιλογή κατασκευής ενός συστήματος φυσικής επεξεργασίας βοθρολυμάτων τα οποία θα μεταφέρονται με βυτιοφόρα οχήματα. Η επιλογή αυτή παρουσιάζει τα ακόλουθα πλεονεκτήματα συγκριτικά με ένα κλασικό σύστημα αποχέτευσης και Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων.
- Για την χωροθέτηση της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων δεν υπήρχαν περιορισμοί λόγω υδραυλικής μελέτης με αποτέλεσμα να επιλεγεί κατάλληλος χώρος ο οποίος αδειοδοτήθηκε χωρίς ενστάσεις.
- Έχει ελάχιστο κόστος λειτουργίας και επομένως δεν κινδυνεύει να διακοπεί η λειτουργία του για οικονομικούς λόγους. Σε αντίθεση με το φυσικό σύστημα, ένα δίκτυο αποχέτευσης με 6 αντλιοστάσια και μια μονάδα βιολογικού καθαρισμού θα έχει ετήσιο κόστος λειτουργίας μεγαλύτερο των 100.000 €, κόστος που σε αρκετές περιπτώσεις αποτελεί την αιτία της διακοπής λειτουργίας του βιολογικού καθαρισμού
- Το φυσικό σύστημα επεξεργασίας βοθρολυμάτων είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να επεξεργασθεί την εκτιμώμενη παροχή αιχμής των βοθρολυμάτων κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Η απόδοση του συγκεκριμένου συστήματος είναι τουλάχιστον ίδια με ένα κλασικό σύστημα βιολογικού καθαρισμού και ως προς το οργανικό φορτίο αλλά και ως προς την επεξεργασία του αζώτου, αφού περιλαμβάνει και διεργασίες απονιτροποίησης.
- Το φυσικό σύστημα επεξεργασίας βοθρολυμάτων έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί αποτελεσματικά ακόμη και με πολύ περιορισμένα φορτία βοθρολυμάτων κατά την χειμερινή περίοδο.
Η Μελέτη του συστήματος αυτού, υποβλήθηκε και αδειοδοτήθηκε από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες, ενώ έχει λάβει και Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων και Έγκριση Αποδέκτη των επεξεργασμένων λυμάτων.
Το επιλεγμένο και αδειοδοτημένο σύστημα φυσικής επεξεργασίας βοθρολυμάτων περιλαμβάνει τα ακόλουθα στάδια :
1. Εσχάρωση
2. Πρωτοβάθμια επεξεργασία σε δεξαμενή τύπου IMHOFF.
3. Βιολογική επεξεργασία σε υγροβιότοπους κάθετης ροής περιοδικής τροφοδοσίας (VFW). Ο τύπος αυτός φυσικού συστήματος θεωρείται διεθνώς ως ο καταλληλότερος για την επεξεργασία βοθρολυμάτων. Στους υγροβιότοπους κάθετης ροής περιοδικής τροφοδοσίας (VFW) οι συνθήκες είναι αερόβιες και επομένως είναι σε θέση να επιτύχουν εκτός από επεξεργασία του οργανικού φορτίου και οξείδωση του αμμωνιακού αζώτου. Επίσης οι υγροβιότοποι VFW είναι κατάλληλοι και για την συγκράτηση των αιωρουμένων.
Το σύστημα υγροβιότοπων περιλαμβάνει 4 υγροβιότοπους VFW που αποτελούν το πρώτο στάδιο επεξεργασίας. Τα επεξεργασμένα λύματα από αυτούς οδηγούνται σε 2 υγροβιότοπους VFW για επεξεργασία σε δεύτερο στάδιο.
Οι υγροβιότοποι έχουν διαστασιολογηθεί έτσι ώστε η οργανική φόρτιση σε συνθήκες αιχμής να μην υπερβαίνει τα 25 gr BOD5/m2*d, τιμή που θεωρείται ασφαλής για την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος.
Μεταξύ της δεξαμενής IMHOFF και των υγροβιότοπων παρεμβάλλεται δεξαμενή απονιτροποίησης. Στην δεξαμενή αυτή ανακυκλοφορούνται επεξεργασμένα λύματα από την έξοδο των υγροβιότοπων με σκοπό την απονιτροποίηση.
4. Απολύμανση με χλωρίωση
Εν κατακλείδι, ο Δήμος Νότιας Κυνουρίας θεωρεί ότι με βάση τα παραπάνω το επιλεγμένο και αδειοδοτημένο σύστημα φυσικής επεξεργασίας βοθρολυμάτων είναι λειτουργικό και μάλιστα καταλληλότερο για την συγκεκριμένη περιοχή αφού
- λόγω της θέσης που έχει επιλεγεί, η οποία βρίσκεται μακριά από την παραθαλάσσια ζώνη, και η οποία δεν έχει οπτική επαφή με αυτήν αλλά ούτε και με τους οικισμούς, τυγχάνει της αποδοχής του πληθυσμού.
- είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στη μεγάλη διαφορά φορτίου ανάμεσα στους θερινούς και τους χειμερινούς μήνες.
- η μη κατασκευή δικτύου, επιβάλλεται λόγω της γεωγραφίας του τόπου και της εκτατικής ανάπτυξης των οικισμών, των παραθεριστικών κατοικιών και των πολυάριθμων τουριστικών καταλυμάτων και κάμπινγκ
- δεν κινδυνεύει να διακοπεί η λειτουργία του ούτε για τεχνικούς ούτε για οικονομικούς λόγους, όπως τακτικά συμβαίνει σε μικρούς βιολογικούς καθαρισμούς.
- είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στη μεγάλη διαφορά φορτίου ανάμεσα στους θερινούς και τους χειμερινούς μήνες.
- η μη κατασκευή δικτύου, επιβάλλεται λόγω της γεωγραφίας του τόπου και της εκτατικής ανάπτυξης των οικισμών, των παραθεριστικών κατοικιών και των πολυάριθμων τουριστικών καταλυμάτων και κάμπινγκ
- δεν κινδυνεύει να διακοπεί η λειτουργία του ούτε για τεχνικούς ούτε για οικονομικούς λόγους, όπως τακτικά συμβαίνει σε μικρούς βιολογικούς καθαρισμούς.