Με αφορμή την συναυλία του Μανώλη Μητσιά στην Ασέα Αρκαδίας για τα 100 χρόνια από την γέννηση του Νίκου Γκάτσου.
του Γεωργίου Ν. Σγούρδου
Την
Παρασκευή 12 Αυγούστου ο προαύλιος χώρος του Δημοτικού Σχολείου Ασέας
πλημμύρισε από τους στίχους του Νίκου Γκάτσου και την μουσική μεγάλων
Ελλήνων δημιουργών, με ιδανικό ερμηνευτή τον Μανώλη Μητσιά. Ο μεγάλος
τραγουδιστής, πιστός στο ραντεβού με τη Μνήμη, τίμησε και φέτος με
την παρουσία του την γενέθλια γη του Νίκου Γκάτσου, εκατό χρόνια μετά
την γέννησή του. Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία, η Μνημοσύνη ήταν
μητέρα των εννέα Μουσών, ενώ υπήρχαν και τρεις αρχαιότερες Μούσες: η
Μνήμη, η Μελέτη και η Αοιδή. Και οι τρεις είναι αναγκαίες στο τραγούδι.
Για να τραγουδήσεις χρειάζεσαι, όχι μόνο καλή φωνή, αλλά και μνήμη και
μελέτη. Ο Μανώλης Μητσιάς, φίλος του Νίκου Γκάτσου και πρώτος εμηνευτής
πολλών μελοποιημένων στίχων του, και μνήμη έχει και μελέτη έχει κάνει
τόσα χρόνια στο ελληνικό τραγούδι, το οποίο υπηρετεί με ήθος, συνέπεια
και ταπεινότητα.
Τη λύση στην χώρα μας θα φέρει ο Πολιτισμός
Οι
στίχοι του Γκάτσου, σε συνδυασμό με τις μελωδίες του Μάνου Χατζιδάκι,
του Μίκη Θεοδωράκη, του Σταύρου Ξαρχάκου και του Δήμου Μούτση, μάγεψαν
τους θεατές που κατέκλυσαν τον όμορφο προαύλιο χώρο του Δημοτικού
Σχολείου. Ο Μανώλης Μητσιάς, προς το τέλος της συναυλίας, δήλωσε πως θα
πρέπει να είμαστε περήφανοι, εμείς οι Αρκάδες, που ο Νίκος Γκάτσος
κατάγεται από τον τόπο μας. Τόνισε πως οφείλουμε να τον τιμούμε πιο
πολύ. Είπε χαρακτηριστικά: «Σήμερα σας είπα μόνο 30 τραγούδια... μα, ο
Γκάτσος έγραψε ...χίλια! Τί θα τα κάνουμε τα υπόλοιπα; Θα τα πετάξουμε;»
Συμπλήρωσε, συγκινημένος και οργισμένος συνάμα, ότι την λύση στην χώρα
μας δεν θα την φέρουν τα «οικονομικά», αλλά ο Πολιτισμός. Τόνισε πως
οφείλουμε να στηρίξουμε τον Πολιτισμό μας για να σταθεί ξανά στα πόδια
της η πατρίδα μας.
Η ακμαιότατη φωνή του Μανώλη Μητσιά, πλαισιωμένη από μια εξαιρετική ορχήστρα, ήταν σε απόλυτη αρμονία -σε συν-αυλία-
με τους σημερινούς καημούς των Ελλήνων. Οι θεατές συμμετείχαν μάλλον
χλιαρά με τα παλαμάκια και την φωνή τους -παρά τις επανειλημμένες
σχετικές παραινέσεις του τραγουδιστή. Έδειχναν να προτιμούν την σιωπηλή
μέθεξη με τους στίχους. Οι στίχοι του Γκάτσου ήταν βάλσαμο για την ψυχή
τους και τους απολάμβαναν σιωπηλά -ενίοτε σιγοτραγουδιστά. Η ποίηση του
Νίκου Γκάτσου, καθώς περνούσε (όπως καθετί, εξάλλου, σήμερα) από το
φίλτρο της βαριάς οικονομικο-κοινωνικής συγκυρίας, αποκτούσε νέο νόημα,
κάποιες στιγμές θαρρείς πως μεταμορφωνόταν σε μήνυμα αφύπνισης, έως και
σε σάλπισμα επαναστατικό, βγαλμένο από άλλες εποχές.
Τραγούδια πόνου για την Πατρίδα…
Από
την έναρξη της συναυλίας φάνηκαν οι προθέσεις του ερμηνευτή που,
προφανώς όχι τυχαία, διάλεξε να μας πει τα συγκεκριμένα τραγούδια,
διάλεξε να τραγουδήσει τον κοινό μας πόνο για την πατρίδα. Πάει ο
καιρός, πάει ο καιρός / που ήταν ο κόσμος δροσερός / και κάθε αυγή /
ξεκινούσε μια πηγή / για να ποτίσει όλη τη γη. / Ήρθανε νύχτες και
βροχές / και χειμωνιάσαν οι ψυχές / και στο βαθύ / το σκοτάδι έχει
σταθεί / ένα παιδί να ζεσταθεί. Συνέχισε με το «Απόψε φθινοπώριασε»: Απόψε φθινοπώριασε / και τ’ όνειρο ξεθώριασε / καρδιά μου κάνε υπομονή / κι ο ήλιος θα ξαναφανεί. Έπειτα, το «Τραγούδι του παλιού καιρού»: Αλλάζουν
οι καιροί, περνάν τα χρόνια / του κόσμου το ποτάμι είναι θολό / μα εγώ
θα βγω στου ονείρου τα μπαλκόνια / για να ιδώ σκυμμένο στον πηλό /
καράβια να κεντάς και χελιδόνια (...) / Μα τώρα που η Μεγάλη φτάνει
Τρίτη / και Ανάσταση θα αργήσει να φανεί / θέλω να πας στην Μάνη και
στην Κρήτη / με συντροφιά σου εκεί παντοτινή / το λύκο, τον αητό και τον
αστρίτη. / Κι άμα θα δεις κρυφά στο μέτωπό σου / να λάμπει μια απαλή
μαρμαρυγή / τ'αλλοτινό πεφτάστερο, σηκώσου / να ζωντανέψεις πάλι μια
πηγή / που καρτερεί στο βράχο το δικό σου. Έπειτα ερμήνευσε
λεβέντικα τον «Τσάμικο» –ένα τραγούδι το οποίο ο Μάνος Χατζιδάκις έγραψε
μέσα σε ...10 λεπτά (όπως έχει εκμυστηρευθεί σε παλαιότερη συνέντευξή
του ο Μανώλης Μητσιάς) : Στα κακοτράχαλα τα βουνά /
με το σουραύλι και το ζουρνά / πάνω στην πέτρα την αγιασμένη / χορεύουν
τώρα τρεις αντρειωμένοι (...) / Δική τους είναι μια χούφτα γης / μα εσύ
Χριστέ μου τους ευλογείς / για να γλιτώσουν αυτή τη φλούδα / απ’ το
τσακάλι και την αρκούδα. Ακολούθησε η ιστορία του Κεμάλ «που νόμισε ότι μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο». Ο ανδρείος Κεμάλ δεν τα κατάφερε. Νικημένο μου ξεφτέρι / δεν αλλάζουν ο καιροί / με φωτιά και με μαχαίρι / πάντα ο κόσμος προχωρεί. Λίγο αργότερα έρχεται η μουσική από την ταινία Ρεμπέτικο, σε μουσική Σταύρου Ξαρχάκου. Εκτός από το γνωστό μας «Δίχτυ», ο μεγάλος ερμηνευτής τραγούδησε το «Μάνα μου Ελλάς»: Τα
ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα / μου τα’ πες με το πρώτο σου το γάλα / μα
τώρα που ξυπνήσανε τα φίδια / εσύ φοράς τ’ αρχαία σου στολίδια / και δε
δακρύζεις ποτέ σου μάνα μου Ελλάς / που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς.
(...) / και στο παζάρι με πήρες γύφτισσα μαϊμού / Ελλάδα Ελλάδα μάνα
του καημού.
Τι σημαίνει αριστερός;
Ο
Μανώλης Μητσιάς τίμησε το Νίκο Γκάτσο, τίμησε όμως και το όνομά του
εκείνο το βράδυ στην Ασέα Αρκαδίας, καθώς δεν περιορίστηκε στον ρόλο του
τραγουδιστή: με τον τρόπο του μας υπενθύμισε πως το τραγούδι έχει και
ρόλο παιδευτικό, ρόλο αφύπνισης συνειδήσεων. Οι τραγουδιστές βγαίνουν
σήμερα μπροστά και μιλούν ανοιχτά για την σημερινή κατάσταση (ή
κατάντημα -όπως προτιμάτε). Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο μουσικό
περιοδικό Μετρονόμος, ο Μανώλης Μητσιάς μίλησε, μεταξύ άλλων,
για την πολιτική. Αναφέρθηκε στην οικογενειοκρατία («δέστε, όλα αυτά τα
χρόνια, δύο οικογένειες!»), ενώ συνέστησε να κάνουμε την αυτοκριτική
μας: «να το παραδεχτούμε, όλοι κοιτάγαμε να διοριστούμε και να
βολευτούμε», τονίζοντας όμως πως «δεν φάγαμε όλοι το ίδιο ποσοστό»,
δίνοντας μερικώς δίκιο στον Θ. Πάγκαλο. Παραμένει Αριστερός, λέει όμως
«όχι στον δογματισμό». Έδωσε μάλιστα τον εξής ορισμό: «Τί σημαίνει
Αριστερός; Σημαίνει να είσαι άνθρωπος συνεπής στον ανθρωπισμό σου, στους
φίλους σου, να βοηθάς όσο μπορείς τον συνάνθρωπό σου, να μην τον
εκμεταλλεύεσαι –αυτό είναι Αριστερός. Δεν περιμένω τώρα εγώ να μου πει ο
Μαρξ κι ο Λένιν πώς θα γίνω Αριστερός, δεν με αφορά αυτό το πράγμα, δεν
μ’ενδιαφέρει αυτό το είδος του Αριστερού».
Πρόσφατα, κι άλλοι
καλλιτέχνες εκφράστηκαν πολιτικά, και μάλιστα τάχθηκαν ξεκάθαρα ενάντια
στις πολιτικές αποφάσεις που μας οδήγησαν σε ...περιορισμένη εθνική
κυριαρχία (εδώ τρίζουν τα κόκκαλα του Κολοκοτρώνη). Ο Λαυρέντης
Μαχαιρίτσας, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο Βασίλης
Παπακωνσταντίνου, ο Γιάννης Κότσιρας είναι μερικοί μόνο από αυτούς που
ύψωσαν την φωνή τους, με συναυλίες ή/και συνεντεύξεις, ενάντια στις
κυβερνητικές αποφάσεις (Μνημόνιο, Μεσοπρόθεσμο, κλπ) των οποίων η
νομιμοποίηση είναι τουλάχιστον συζητήσιμη –όχι όμως αντικείμενο της
παρούσης. Ξεχωριστά αναφέρω τον πάντα νέο Μίκη Θεοδωράκη, που πρώτος
ξεσηκώθηκε και δημιούργησε, μαζί με πολλούς που πιστεύουν σον αγώνα του,
την πρώτη «μαγιά» που οδήγησε στο κύμα αγανάκτησης που ξεχύθηκε στις
πλατείες. Η Κίνηση Ανεξάρτητων Πολιτών που δημιούργησε, καθώς και οι ανά
την Ελλάδα «Σπίθες» που ξεπετάχτηκαν, είναι μια ακόμη παρακαταθήκη του
Μεγάλου Έλληνα Μίκη Θεοδωράκη και προστίθεται στην μακρά λίστα
πρωτοβουλιών που ανέλαβε με γνώμονα το καλό της πατρίδας. Ας
αναλογιστούμε πώς θα είχαν τα πράγματα εάν ήταν σήμερα εν ζωή ο Μάνος
Χατζιδάκις, ο Μάνος Λοϊζος, ο Νίκος Γκάτσος και τόσοι άλλοι Μεγάλοι...
Θα είχαν σίγουρα έναν λόγο να μας πουν, παρηγορητικό, συμβουλευτικό,
ακόμα και ξεσηκωτικό...
Φάλτσα παίζει η ορχήστρα των τριακοσίων
Προς το τέλος της συνέντευξής του στον Μετρονόμο,
ο Μανώλης Μητσιάς ερωτάται: «Έχετε σχεδιάσει, στο βάθος του μυαλού σας,
τον αποχαιρετισμό, ή το αφήνετε στην στιγμή εκείνη;» Κι εκείνος απαντά:
« (...) Ένα βράδυ, εκεί που θα τραγουδάω, σε μια μουσική σκηνή, θα πω,
παιδιά, γεια σας, σήμερα τελειώσαμε. Χωρίς φανφαρονισμούς.» Μακάρι να
είχαν και οι επαγγελματίες πολιτικοί μας αυτό το αίσθημα ευθύνης, μακάρι
να είχαν στοιχειώδη αυτογνωσία, αξιοπρέπεια κι ευθιξία, ώστε μια μέρα
να παραδέχονταν ότι άρχισαν να «φαλτσάρουν». Και να παραιτούνταν από την
πολιτική. Εδώ που φτάσαμε όμως, «φάλτσα» παίζει ολόκληρη ο «ορχήστρα»
των τριακοσίων της Βουλής, ενώ το φυτώριο των κομμάτων δεν εμπνέει
αισιοδοξία: εδώ και πολλά χρόνια, μόνο «φάλτσους μουσικούς» βγάζει στην
«πιάτσα», καθώς κι αυτοί μαθήτευσαν πλάι στους παλιούς, επίσης
«φάλτσους» πολιτικούς (μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα
μάθεις). Το χειρότερο όμως είναι άλλο: εμείς, οι πολίτες, συνηθίσαμε
τόσα χρόνια την ίδια «μουσική»... και το φαλτσάρισμα έχω την εντύπωση
πως δεν το διακρίνουμε πια –με την εξαίρεση ελαχίστων που διατηρούν το
αυτί τους εξασκημένο. Μου θυμίζει αυτό (το πάντα επίκαιρο) που είχε πει
κάποτε ο Μάνος Χατζιδάκις για το «πρόσωπο του Τέρατος», στην ραδιοφωνική
εκπομπή που είχε στο Γ’ Πρόγραμμα. Δεν μας τρομάζει πια το Τέρας,
καθώς αρχίσαμε να του μοιάζουμε...
Μνημοσύνη και Λήθη
Προηγουμένως
έγινε λόγος για τη Μνημοσύνη, την προσωποποίηση της μνήμης στην
Ελληνική Μυθολογία. Μνημοσύνη ήταν επίσης το όνομα ενός ποταμού στον
Άδη. Παράλληλα με το ποτάμι αυτό, στον Άδη κυλούσαν τα νερά ενός άλλου
ποταμού, της Λήθης. Από την Λήθη έπιναν νερό οι ψυχές των νεκρών. Έτσι
λοιπόν κι εμείς, σήμερα, απορροφημένοι από τα μικρά της καθημερινότητας,
αλλά κι εγκλωβισμένοι σε φοβικά σύνδρομα εκπορευόμενα από την Εξουσία
και τα φερέφωνά της, πίνουμε από το νερό της Λήθης. Σαν ζωντανοί νεκροί,
θαρρείς πως θέλουμε να ξεχάσουμε, προτιμούμε να μην σκεφτόμαστε,
βολευόμαστε στην μακαριότητά μας και αδυνατούμε να κρίνουμε ό,τι
συμβαίνει για μας χωρίς εμάς. Κι όποτε το κάνουμε, η διαδικασία μοιάζει
με βαλβίδα εκτόνωσης της πίεσης –βράζουμε όλοι στο ζουμί μας,
καταριόμαστε όλο τον κόσμο, κι έπειτα επιστρέφουμε στον καναπέ της
Λήθης, απέναντι από την οθόνη της σύγχυσης και της απροκάλυπτης πια
προπαγάνδας του παραπαίοντος Συστήματος. Ας ψάξουμε να βρούμε κι ας
τολμήσουμε να πιούμε από το καλό τραγούδι, από το δροσερό νεράκι της
Μνημοσύνης. Ευχαριστούμε Μανώλη Μητσιά για το δώρο που μας πρόσφερες.
Γιώργος Ν. Σγούρδος
Τρίπολη, 13 Αυγούστου 2011
sgourdos@yahoo.gr
Πηγές:
-Νίκος Γκάτσος «Όλα τα τραγούδια» (ενδέκατη έκδοση 2008, εκδόσεις Πατάκη)
-Περιοδικό Μετρονόμος (τεύχος 41, Ιούνιος 2011)